Ας ὀρίσουμε τὴν παιδεία: τὸ σύνολο τῶν πνευματικῶν καὶ ψυχικῶν ἐπιδράσεων ποὺ µορφώνουν τὸν ἄνθρωπο. Μόρφωση σηµαΐνει: ἐνέργεια ποὺ δίνει µορφὴ στὸν ἄνθρωπο, μὲ ἄλλα λόγια: στὴν ἀσχημάτιστη, ἀχαθόριστη καὶ ρευστὴ ὑπόστασή του δίνει ἕνα ὁρισμένο σχῆμα, ποὺ θὰ πεῖ στὴν περίπτωση αὑτή: οἱ πνευµατικὲς καὶ ψυχικὲς δυνάµεις τοῦ ἀνθρώπου ἀποχτοῦν μιὰ συγκεκριµένη λειτουργία καὶ τείνουν πρὸς ὁρισμένους σκοπούς ἀκόμα πιὸ καθαρά: τὸ μυαλὸ τοῦ ἀνθρώπου σχηματίζει ὁρισμένες ἔννοιες ἢ καλύτερα δίνει ὁρισμένο περιεχόµενο στὶς ἔννοιες ποὺ μαθαίνει μὲ τὶς λέξεις, ἡ βοὐλησή του ἀσκεῖται ὥστε νὰ ἐπιθυμεῖ ὁρισμένα πράγματα, τὰ συναισθήματά του πλάθονται καὶ τείνουν πρὸς μιὰν ὁριαμένη ἀντίδραση, ἡ φαντασία του ἐρεθίζεται καὶ δημιουρχεῖ ὁρισμένα ὁράματα ὅλα αὐτὰ σὲ μιὰ σύνθεση ὁδηγοῦν στὴν πίστη σὲ ὁρισμένες ἰδέες καὶ στὴν ἀνάγκη νὰ τὶς πραγματοποιήσει ἁντιµετωπίζοντας τὰ ἐμπόδια ποὺ θὰ προβάλουν οἱ ἐξωτερικοὶ παράγοντες.
“Ας μιλήσουμε τώρα πιὸ συγκεκριµένα. Εΐναι πρόδηλο πώς, ὅταν μιλοῦμε γιὰ παιδεία, ἐννοοῦμε τὴ διάπλαση μιᾶς νέας γενεᾶς ἀνθρώπων ἀπὸ μιὰ παλαιότερη μὲ τὴ μετάδοση στὴν πρώτη πνευματικῶν, συναισθηματικῶν, ψυχικῶν καταχτήσεων τῆς δεύτερης, μὲ ἄλλα λόγια τὴν παράδοση στοὺς ἐπερχόμενους τῶν ὣς τὴ στιγμὴ αὐτὴ πολιτιστικῶν καταχτήσεων τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸ συντελεῖται μεθοδικὰ καὶ σκόπιµα µέσα στὰ σχολεῖα, ἀπὸ τὸ νηπιαγωγεῖο ὣς τὸ Πανεπιστήμιο, ἀλλὰ ἔμμεσα –ὄχι ὅμως λιγότερο ἕντονα –μὲ ὅλα τὰ ἄλλα µέσα πνευματικῆς καὶ φυχικῆς ἔπαφῆς ποὺ διαθέτει ὁ ἄνθρωπος: τὰ βιβλία, τὴν τέχνη σὲ ὅλες της τὶς μορφὲς (ὁπτική, ἀκουστική, ὁπτικοακουστική –θέατρο, κινηµατογράφος κλπ.), τὸν προφορικὸ λόγο, τὴν ἠθικὴ πράξη κλπ. κλπ. ᾽Αλλὰ τὰ πολιτιστικὰ ἀποθέματα τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ πέρασμα τῶν αἰώνων ἔχουν σωρευθεῖ καὶ ἔπαψαν νὰ ἀποτελοῦν ἕνα περιορισμένο καὶ ὁμοιογενὲς σύστημα γενικὰ ἀποδεχτὸ καὶ εὔχολα ἀφομοιόσιµο. Σὲ μιὰ κλειστὴ πρωτόγονη κοινωνία μὲ περιορισμένες γνώσεις, συγκεκριμένες πίστεις καὶ ἄμεσες βιοτικὲς ἀνάγκες ἡ παιδεία τοῦ νέου δὲν ἀποτελεῖ πρόβλημα, γιατὶ οὔτε ὁ μεγάλος ἔχει νὰ ἐπιλέξει οὔτε ὁ νέος μπορεῖ νὰ βρεῖ ἄλλη ὀρθότερη καὶ ἀσφαλέστερη πηγἡ παιδείας. Σὲ πιὸ προχωρηµένες κοινωνικὲς καὶ ἐποµένως πολιτιστικὲς φάσεις τὰ πράγματα εἶχαν ἀρχίσει νὰ γίνονται πολυπλοκότερα, ἀλλὰ στὶς περισσότερες ἱστορικὲς περιόδους τοῦ παρελθόντος ὑπῆρχε ἡ ὁμοιογένεια μιᾶς ἐθνικῆς πολιτιστικής παράδοσης, µέσα στὴν ὁποία ζοῦσε τὸ κοινωνικὸ σύνολο καὶ ἀπὸ αὐτὴν ἀντλοῦσε μὲ ἀσφάλεια ὅλα τὰ στοιχεῖα, ποὺ ἀποτελοῦσαν καὶ τὴν «παιδεία» τῆς νέας γενιᾶς. ‘Ἡ ἀφομοίωση τῶν γνώσεων ήταν σχεδὸν ἐφικτή, ὁ στόχος τῶν ἀνθρώπων εὐδιάκριτος, ὁ ψυχιχὸς καὶ ἰδεολογικός τους κόσμος διατηροῦσε μιὰ ἑνότητα λιγότερο ἡ περισσότερο ἀδιαφιλονίκητη. Καὶ κάτι πολὺ σηµαντικό: ἡ παιδεία ἀπὸ τὴν πιὸ συγκεκριµένη καὶ συστηματικὴ µορφή της, τὴ σχολικἡ ἐκπαίδευση, ὣς τὴν πιὸ πλατιὰ καὶ γενική, τὴ διάδοση τῶν στοιχείων τοῦ πολιτισμοῦ µέσο τῶν βιβλίων καὶ τῆς τέχνης, ἀποτελοῦσε ἀγαθὸ ποὺ ἀφοροῦσε ἄμεσα ἕναν περιορισµένον ἀριθμὸ ἀνθρώπων, γιὰ νὰ μὴν ποῦμε ὁρισμένη τάξη, καὶ µόνο ἔμμεση ήταν ἡ ἐπἰδρασή της στὸ σύνολο τῆς κοινωνίας. Γι αὐτὸ καὶ τὸ ἐνδιαφέρον τόσο τῆς κοινωνίας, ὅσο καὶ τῆς πολιτείας ἦταν περιορισμένο.
Σήµερα ὅμως, ὅταν μιλοῦμε γιὰ παιδεία, ἐννοοῦμε μιὰ ἑνέργεια ποὺ ἔχει καθολικὴ ἐπίδραση, ποὺ ἀφορᾶ τὸ σύνολο τῶν μελῶν μιᾶς κοινωνίας. “Όλες σχεδὸν οἱ χῶρες ἔχουν ὑποχρεωτικὴ τὴ στοιχειώδη ἐκπαίδευση, ἡ µέση ἐκπαίδευση στὶς πιὸ προηγμένες κοινωνίες ἁπλώνεται σὲ μεγάλα στρώματα τοῦ λαοῦ, καὶ στὴν ἀνώτατη φτάνουν ὄχι μονάχα μεγάλα ποσοστὰ τοῦ πληθυσμοῦ, ἀλλὰ προπάντων νέοι ἀπὸ ὅλες τὶς κοινωνικές τάξεις. Τὰ βιβλία καὶ οἱ ἐφημερίδες ἀποτελοῦν ἀνάγνωσμα ὅλο καὶ μεγαλύτερου ἀριθμοῦ ἀνθρώπων καὶ τὸ ραδιόφωνο, ἡ τηλεόραση, ὁ κινηματογράφος καὶ τὸ θέατρο ἀπευθύνονται στὸ σύνολο τῶν ἀνθρώπων. Αὐτὸ σηµαίνει πὼς ἡ παιδεία σήµερα ἔχει στόχο της κάθε ἄνθρωπο, καὶ αὐτὸ μὲ τὴ σειρά του σηµαίνει πὼς κάθε ἄνθρωπος ἐνδιαφέρεται ή πρέπει νὰ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν παιδεία ὁπωσδήποτε κάθε πολιτεία σήμερα πιὰ ἔχει συνείδηση τῆς σημασίας τῆς παιδείας, καὶ δείχνει τὸ ἐνδιαφέρον της γι αὐτὴν, μὲ ὄλες τὶς ἀγαθὲς καὶ δυσάρεστες συνέπειες αὐτοῦ τοῦ γεγονότος. Καὶ ἐπειδὴ ἡ πολιτεία στὴ σὺγχρονή της διάρθρωση μπορεῖ νὰ ἔχει πολὺ αὐξημένο ἔλεγχο τῶν µέσων τῆς συστηματικῆς παιδείας τῶν νέων, προκύπτει τὸ συµπέῥασμα πὼς ἀπ᾿ αὐτὴν ἐξαρτᾶται σὲ πολὺ µεγάλο βαθμὸ ἡ μορφὴ τῆς παιδείας καὶ οἱ στόχοι της. “Ἔτσι καὶ τὸ πρόβλημα τῆς παιδείας γιὰ τὸ ἄμεσο μέλλον ἀποτελεῖ σὲ τελευταία ἀνάλυση πρόβλήμα πολιτικὸ καὶ ἀκόμη εὐρύτερα πρόβλημα κοινωνικὸ καὶ ὄχι πρόβλημα θεωρητικὰ φιλοσοφικὸ ἢ ἁπλὰ παιδαγωγικό. Ὡστόσο θὰ ἦταν λάθος νὰ ὁδηγηθοῦμε σὲ μιὰ ὑποτίμηση τῆς σηµασίας τῶν χαθαρὰ πνευματικῶν δυνάµεων καὶ τῶν ἐπιδράσεων ποὺ αὐτὲς ἔχουν ἀκόμη καὶ στὴ σύγχρονη τεχνοκρατικὴ κοινωνία. Καὶ τὴ συνέχεια τῶν σκἐψεών µου θὰ τὴν οἰκοδομήσω ἐπάνω σ᾿ ἕνα βασικὸ ἀξίωμα ποὺ ἀποτελεῖ πίστη καὶ δὲν ἀπαιτεῖ –γιὰ μένα τουλάχιστο —λογικὴ ἡ ἱστορική ἀπόδειξη, µόλο ποὺ δὲ θὰ ἦταν ἀδύνατο νὰ βρεθεῖ καὶ αὐτή. Στὸ ὅτι δηλαδὴ τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα ἔχει ἀπεριόριστες δυνάµεις καὶ μπορεῖ νὰ ἐπιβληθεῖ σὲ κάθε μορφὴ ὑλικῆς βίας, φτάνει νὰ θέλει καὶ νὰ δουλέψει ἀποφασιστικὰ καὶ συστηματικά. Καἱ γι’ αὐτὸ πιστεύω πὼς μπορεῖ νὰ ἀντιμετωπίσει καὶ τὴν πρόκληση τῆς μηχανῆς καὶ τὸν καταναγκασμὸ ἐκείνων ποὺ ἀντλοῦν τὴ δύναμή τους ἀπ᾿ αὐτήν.
Αλλά γιὰ νὰ προχωρήσω, αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκη νὰ ξαναγυρίσω στὴν ἀρχικὴ προσπάθεια καθορισμοῦ τῆς παιδείας, γιατὶ φοβοῦμαι πὼς συχνὰ κάνουμε μιὰ βασικὴ σύγχυση. Πιεσμένοι ἀπὸ τὰ ἄμεσα βιοτικὰ προβλήµατα καὶ νομίζοντας πὼς ἔχουμε ὑποχρέωση νὰ προσφέρουμε στοὺς νέους τὰ µέσα «νὰ κερδίσουν τὴ ζωή», πιστεύουμε πὼς σκοπὸς τῆς παιδείας –καὶ τῆς σχολικῆς καὶ τῆς ἐξωσχολικῆς –εἶναι ἡ μετάδοση στοὺς νέους ὅλων ἐκείνων τῶν γνώσεων ποὺ θὰ τοὺς κάνουν ἱκανοὺς νὰ ἐξασφαλίσουν ἕνα ἐπάγγελμα ποὺ θὰ τοὺς προσφέρει τὰ ἀγαθὰ τῆς «κοινωνίας τῆς ἀφθονίας». Αὐτὸ σηµαίνει καὶ ἡ προετοιμασία γιὰ τὸ Πανεπιστήµιο, ὅπου θὰ συνεχίσουν τὴν ἴδιαν ἑτοιμασία γιὰ τὴν ἀσφαλέστερη καὶ ἀνετότερη ἐπίτευξη τοῦ ἴδιου τελικὰ σκοποῦ. ᾽Αλλὰ ἡ «κοινωνία τῆς ἀφθονίας», ποὺ προσφέρει ἀναρίθμητα «ἀγαθά», ἀπαιτεῖ ἀντίστοιχα ἱκανότητες καὶ γνώσεις τέτοιες καὶ τόσες, ποὺ ὁ διαθέσιµος γιὰ τὸν νέο ἄνθρωπο χρόνος τῆς ἑτοιμασίας μόλις τοῦ ἐπαρκεῖ νὰ τὶς ἀποχτήσει. Εΐναι λοιπὸν ὑποχρεωμένος νὰ κάνει οἰκονομία καὶ δυνάµεων καὶ χρόνου, ποὺ θὰ πεῖ πὼς πρέπει νὰ μὴ τὰ σπαταλήσει σὲ φροντίδες καὶ προβλήµατα ξένα πρὸς τὸν προορισμό του. Αὐτὴ τὴν ἀνάγκη κατανοώντας οἱ ὑπεύθυνοι τῆς κάθε πολιτείας θέτουν τὸ πρόβλημα τῆς προσαρμογῆς τῶν ἔκπαιδευτικῶν προγραμμάτων στὶς ἁπαιτῆσεις τῆς σύγχρονης ἐποχῆς, “Ὅσο κι ἂν δυσκολεύονται νὰ µεταβάλουν τὸ περιεχόμενο τῆς διδασκαλίας, γιατὶ αὐτοὶ ποὺ ἀνήκουν στὴν προηγούµενη ή στὴν προ-προηγούµενη γενεὰ δὲν προσαρμόζονται εὔκολα στὶς ἐπιταγὲς τοῦ νέου κόσμου, ὡστόσο, ἐπειδὴ εἶναι ἄνθρωποι πρακτικοὶ καὶ βλέπουν καθαρὰ τὸ µέλλον, δειλὰ ἴσως ἀλλὰ σταθερὰ «προσαρμόζονται καὶ ἀναπροσαρμόζουν τὸ περιεχόμενο τῆς ὕλης ποὺ θὰ προσφέρει ἡ παιδεία στοὺς νέους. Καὶ ἔτσι εἶναι σύμφωνοι μὲ τὶς ἀπαιτήσεις τῶν καιρῶν καὶ προπάντων μὲ τὰ αἰτήματα τῆς νέας γενεᾶς.
Εἶναι λοιπὸν ἀπαραίτητο νὰ αὐξηθοῦν οἱ ὧρες διδασκαλίας τῆς φυσικῆς, τῆς χημείας καὶ τῶν μαθηματικῶν, ὅπως εἶναι ἆπαῥαίτητο νὰ προστεθοῦν ὧρες διδασκαλίας ψυχολογίας, θεωρίας τῶν πληροφοριῶν, προγραμμάτων ἠλεκτρονικῶν διερευνητῶν, κυβερνητικῆς καὶ τόσων ἄλλων νέων κλάδων. Αὐτὸ σηµαίνει πὼς πρέπει νὰ βρεθοῦν αὐτὲς οἱ ὧρες’ ὁ µόνος τρόπος εἶναι νὰ ἆφαιρεθοῦν ἀπὸ ἄλλα µαθήµατα ή νὰ ἀφαιρεθοῦν ὁλότελα τέτοια περιττὰ µαθήµατα», ἴσως ἡ ἱστορία, ἡ λογοτεχνία, ἡ φιλοσοφία καὶ τὰ παρόμοια. Ἡ ἴσως νὰ πραγματοποιηθεῖ -καὶ ἄρχισε νὰ πραγµατοποιεῖται -ἡ φαντασία τοῦ Huxley: νὰ διδάσκουµε τὰ παιδιὰ στὸν ὕπνο τους. Ὑπνοπαιδεία! ᾿Η ἀκόμη παραπέρα νὰ ἐπιχειρήσουµε νὰ ὁλοκληρώσουμε τὸν «Γενναῖο Νέο Κόσμο» κατασκευάζοντας εἶτε μὲ τεχνητὴ γονιμοποίηση εἴτε μὲ κάποιον ἄλλον ψυχολογικὸ ἴσως τρόπο ἀνθρώπους τῶν κατηγοριῶν ποὺ θὰ ἀπαιτεί ἡ ἐπιστημονικὰ ὀργανωμένη κοινωνία τῆς µεταβιομηχανικῆς ἔποχῆς, Alpha, Beta, Gamma κλπ. Κλπ.. Οὔτε ἀστειεύομαι οὔτε κάνω κήρυγμα. ᾽Αλλὰ φοβοῦμαι πὼς ἡ λογικὴ συνέπεια τῆς ποῥείας ποὺ ἀκολουθοῦμε πρέπει νὰ εἶναι ὁ κόσμος ποὺ μὲ τὶς εὐαίσθητες κεραῖες τους προεῖδαν καὶ μὲ τὴ σχετικὴ ὑπερβολὴ ποὺ ἀπαιτεῖ τὸ ἔργο τῆς τέχνης περιέγραψαν συγγραφεῖς σὰν τὸν Α. Huxley και τον O. Orwell. Αν δὲν καθησύχαζε τοὺς ἀνθρώπους ἡ σκέψη πὼς ὅλα αὐτὰ εἶναι φαντασίες, θὰ ἔπρεπε νὰ μᾶς πιάσει πανικός. Καὶ ὅμως οἱ τόσο διασκεδαστικὲς προβλέψεις τοῦ J. Vern ἔχουν ξεπεραστεῖ ἀπὸ τὴν πραγματικότητα, ἑνῶ οἱ φανταστικὲς διηγήσεις τῶν δύο αὐτῶν συγχρόνων µας μόλις καλύπτουν κάτω ἀπὸ τὸν καλλιτεχνικό τους μύθο μιὰν ἄμεσα προβλεπτὴ πραγματικότητα. Τί μποροῦμε λοιπὸν νὰ προβλέψουμε ή τί θὰ ἔπρεπε νὰ ἐπιχειρήσουμε νὰ κάνουμε στὸ µέλλον; Μολονότι δὲν πιστεύω στὴ νέα «ἐπιστήμη» τῆς «μελλοντολογίας» οὔτε, πολὺ λιγότερο, ἔχω τὴν ἀφέλεια νὰ νομίζω πὼς ἡ καλὴ θέληση καὶ τὰ φλογερὰ κηρύγματα μποροῦν νὰ μετατρέψουν μιὰν ἄτεγκτη ἵστορικὴ πορεία, θὰ προσπαθήσω νὰ διαγράψω κάποιες σκέψεις ποὺ μετέχουν καὶ στὸ κήρυγμα καὶ στὴν προφητεία. Καὶ αὐτὸ γιατὶ ἀνήκω ἀκόμη σὲ μιὰν ἐποχή, ὅπου ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ ζῶον ποὺ κάνει ὄνειρα γιὰ τὸ µέλλον καὶ ἀπολογισμοὺς γιὰ τὸ παρελθόν, ποὺ ἐλπίζει καὶ ἀπογοητεύεται, ποὺ φοβᾶται καὶ ἱκανοποιεῖται, ποὺ πιστεύει καὶ ἀρνιέται.
Θὰ ἦταν κοινοτοπία νὰ ἐπαναλάβουμε τὸ μύθο τοῦ «μαθητευόµενου μάγου», ἀλλὰ μιὰ κοινοτοπία συγκλονιστικὰ ἐπίκαιρη. Οἱ ἀνεξάντλητες καὶ ἀνεξέλεγκτες δυνάµεις ποὺ κρύβει τὸ ἀνθρώπινο μυαλὸ μποροῦν νὰ σταθοῦν εὐλογία γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ πιὸ «εὔκολα μποροῦν νὰ ὁδηγήσουν στὴν καταστροφή του. Ἕνας µεγάλος βιολόγος, ὁ Julius Huxley, ὑποστηρίζει σ᾿ ἕνα βιβλίο του μὲ τὸν χαρακτηριστικὸ τίτλο Δοκίμια ἑνὸς Οὐμανιστῆ πὼς στὴ μακραίωνη πορεία τῆς ἐξέλιξης τῶν φυσικῶν ὄντων φτάσαμε σὲ ἕνα στάδιο, ὅπου τὸ τελειότερο δημιούργημα αὐτῆς τῆς κατεργασίας, ὁ ἄνθρωπος, προχωρεῖ στὴ ραγδαία τελειοποίηση τοῦ πιὸ τέλειου ὀργάνου, τοῦ μυαλοῦ. ᾽Απὸ τὸ ἀνθρώπινο μυαλὸ ἐξαρτᾶται πιὰ τὸ μέλλον τοῦ πλανήτη µας, ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος ὅλων τῶν ζωντανῶν ὀργανισμῶν. ᾿Αν αὐτὸ εἶναι ἀληθινό, καὶ ὅσην ὑπερβολὴ καὶ ἂν περικλείει μιὰ τέτοια κρίση εἶναι βασικὰ ὀρθή, τότε ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν τεράστια εὐθύνη νὰ κατευθύνει καὶ νὰ ἐλέγξει τὴ διαµόρφωση αὐτοῦ τοῦ ὀργάνου καὶ τῶν δημιουργηµάτων του. Καὶ ἕνας μονάχα τρόπος ὑπάρχει γι’ αὐτό: ἡ παιδεία.
Γιὰ νὰ κατορθώσουµε ὅμως αὐτὸ ποὺ θὰ ἐπιθυμούσαμε νὰ ἐπιτύχουµε μὲ τὴν παιδεία, εἶναι ἁπαραίτητο νὰ ξέρουμε τί ἐπιθυμοῦμε, μὲ ἄλλα λόγια εἶναι πρωταρχικὴ ἀνάγκη νὰ θέσει ἡ ἀνθρώπινη κοινωνία στόχους, γιὰ νὰ στοχάζεται ὀρθὰ καὶ ἀποτελεσματικά. Γιατὶ σπατάλη δυνάµεων ἀποτελεῖ ὄχι ἡ ἑνασχόληση τοῦ νέου μὲ θέµατα ποὺ δὲ θὰ τοῦ εἶναι ἄμεσα χρήσιμα στὴ ζωή, ἀλλὰ ἡ θυσία τῶν πιὸ γόνιµων χρόνων τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς μὲ τὴν ἑκμάθηση ὁρισμένων τρόπων ποὺ τοῦ προσφέρουν µονάχα τὴ δυνατότητα νὰ ἐπιβιώσει, νὰ ἐπιβιώσει ἔστω µέσα σὲ μιὰ «κοινωνία ἀφθονίας», ὅπου θὰ μπορεῖ νὰ ἀγοράσει ὅ,τι τοῦ προσφέρουν σὲ ποσότητες ποὺ ἔχουν ἀνάγκη νὰ πουλήσουν αὐτοὶ ποὺ τὰ προσφέρουν καὶ ὄχι ἐκεῖνος ποὺ τὰ ἀγοράζει. Καὶ ὅμως ὅλη ἡ τεχνοκρατικἠ µας ὀργάνωση, ποὺ μᾶς θαμπώνει μὲ τὰ ἐπιτεύγματά της, μᾶς ὁδηγεῖ καὶ ὡς ἄτομα καὶ ὡς ἔθνη σὲ ἕνα ὅραμα παραπλανητικό: τὴν εὐημερία. ‘Ἡ μαγικὴ λέξη ποὺ γοητεύει τὸν σημερινὸ ἄνθρωπο εἶναι αὐτή ὁ στόχος ποὺ θέτουν οἱ κυβερνήσεις τῶν λαῶν, φτωχῶν καὶ πλούσιων, εἶναι αὐτή καί, παράξενη σύμπτωση, οἱ δύο «ὑπερδυνάμεις» μὲ τὴν ἱλιγγιώδη τεχνολογική τους κυριαρχία συμφωνοῦν ὅτι ἀγωνίζονται γιὰ νὰ προσφέρουν στοὺς λαούς τους –καὶ στοὺς λαοὺς ὅλου τοῦ κόσμου –αὐτὸ τὸ ύψιστο ἀγαθό: τὴν εὐημερία. Καὶ μὲ αὐτὸν τὸ στόχο μπροστὰ στὰ μάτια τους προσπαθοῦν νὰ ὀργανώσουν τὸν κόσµο, καὶ γιὰ τὴν ὀργάνωση αὐτὴ ἐπιστρατεύουν καὶ τὴν παιδεία. Ποιός θὰ εἶχε τὸ δικαίωµα νὰ ἀρνηθεῖ στοὺς νέους ἀνθρώπους μιὰ τέτοια προσδοκία; Μὲ ποιό δικαίωµα θὰ τοὺς λέγαμε πὼς ἐμεῖς ποὺ πλησιάσαµε σ᾿ αὐτὴ τὴν κατάσταση τῆς «κοινωνίας τῆς ἀφθονίας» καταλήξαμε στὸ συµπέρασµα πὼς γιὰ τὸ καλὸ τὸ δικό τους πρέπει νὰ τοὺς «παιδεύσουμε» ὄχι γιὰ νὰ τὴν καταχτήσουν, ἀλλὰ γιὰ νὰ στραφοῦν πέρα ἀπὸ αὐτήν; Οὔτε οἱ γονεῖς τῶν σημερινῶν παιδιῶν οὔτε οἱ δάσκαλοι θὰ τολμοῦσαν κάτι τέτοιο. Μόνο οἱ ἴδιοι θὰ μποροῦσαν νὰ τὸ ἀποφασίσουν γιὰ τὸν ἑαυτό τους. Καὶ ἐδῶ φτάνουμε σ᾿ ἕνα ἄλλο χρήσιµο σημεῖο γιὰ τοὺς στόχους τῆς παιδείας, καὶ γιὰ τὸ μέλλον της: ποιός καὶ πῶς θὰ ὁρίσει τοὺς σκοποὺς τῆς παιδείας στὰ χρόνια ποὺ ἔρχονται; Ἐμεῖς ποὺ φεύγουμε ἢ αὐτοὶ ποὺ ἔρχονται; Τὴν ἁπάντηση ἔχουν δικαίωµα νὰ μᾶς τὴ δώσουν οἱ ἴδιοι οἱ νέοι καὶ μᾶς τὴ δίνουν, μᾶς τὴν ἔδωσαν κιόλας. Τὰ τελευταῖα χρόνια σημειώνονται στὶς πιὸ προχωρηµένες τεχνολογικὰ κοινωνίες πρωτοΐδωτες ἀντιδράσεις τῆς νέας γενεᾶς. Στὴν ᾽Αμερικὴ πρῶτα-πρῶτα, στὴν ᾽Αγγλία, στὴ Γερμανία, στὴ Γαλλία (καὶ ἀλλοῦ) ἡ πιὸ δυναμικὴ μερίδα τῶν νέων, οἱ φοιτητές, προκαλοῦν μιὰ παράξενη ἁνταρσία. Κοινωνιολόγοι καὶ παιδαγωχοί, ψυχολόγοι καὶ πολιτικοί, διανοούμενοι καὶ ἁπλοὶ ἄνθρωποι, ὅλοι µας εξαφνιαστήκαμε καὶ ἀντιδροῦμε ὁ καθένας μὲ τὸν δικό του τρόπο, Δὲν ὠφελεῖ οὖτε ἡ ἀποδοκιμασία οὔτε ἡ ἐπιδοκιμασία, σημασία ἔχει νὰ προσπαθήσουµε νὰ καταλάβουμε τοὺς λόγους, ἀκόμα καλύτερα τὴν αἰτία τὴ βασική. ‘Ἡ ἀλήθεια εἶναι πὼς αὐτὸ οὔτε εὔκολο εἶναν οὔτε ἴσως θὰ μᾶς τὸ ποῦν οἱ ἴδιοι οἱ νέοι. Προσπάθησα νὰ ἀνιχνεύσω µέσα στὴ χαώδη κατάσταση τῶν φοιτητικῶν ἐξεγέρσεων καὶ νὰ διακρίνω μιὰ καθαρὴ ἀνθρώπινη φωνὴ µέσα ἀπὸ τὸν ἔκκωφαντικὸ θόρυβο τῶν κραυγῶν, μιὰ φωνὴ ποὺ θὰ μοῦ ἔλεγε ή θὰ μὲ οδηγούηοῦσε νὰ µαντέψω τὴν ἀλήθεια. Διάβασα προσεχτικἁ τὰ κείµενα τῶν Γάλλων φοιτητῶν ποὺ τυπώθηκαν μὲ τὸν τίτλο: Quelle université, Quelle société ? καὶ τῶν Γερμανῶν συναδέλφων τους ποὺ μεταφράστηκαν γαλλικὰ μὲ τίτλο: La révolte des étudiants allemands. ᾿Ακόμα θέλησα νὰ βρῶ στὰ πιὸ πρόσφατα κείµενα τοῦ Η. Marcuse, τοῦ θεωρητικοῦ ποὺ ἔμοιαζε νὰ δέχονται οἱ νέοι, τὰ σημεῖα ποὺ τοὺς ἐκφράζουν. Κοίταξα τὶς κοινωνιολογικὲς ἔρευνες ὁρισμένων ᾽Αμερικανῶν ἐπιστημόνων, ποὺ ἀναζήτησαν τὶς κοινωνικὲς ὑποδομὲς σ᾿ αὐτὴ τὴν ἀνταρσία. Δὲν ξέρω ἂν ἀθέλητα προβάλλω δικές µου ἰδέες, ὅμως νομίζω πὼς χωρὶς νὰ τὸ λὲν καθαρά, χωρὶς νὰ τὸ ἔχουν συνειδητοποιήσει, χωρὶς ἴσως νὰ τὸ δέχονται, ὅλοι αὐτοὶ οἱ νέοι ἀρνοῦνται πὼς ἡ εὐημερία μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει τὸ ἰδανικὸ τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας. Θέλουν ή δὲ θέλουν τὰ ἁγαθὰ ποὺ προσφέρει ἡ τεχνολογικὴ ἀνάπτυξη τῆς ἐποχῆς µας καὶ ποὺ τὰ ὑπόσχεται ἀκόμα ἀφθονότερα ἡ δική τους ἐποχή, τὰ χρησιμοποιοῦν τὰ ἀρνιοῦνται, τὰ ποθοῦν ή τοὺς ἀφήνουν ἀδιάφορους, καταλαβαίνουν ὅμως ὅτι μὲ αὐτὰ ἡ χωρὶς αὐτὰ χρειάζονται καὶ κάτι ἄλλο ποὺ νὰ τὰ ξεπερνᾶ ὅλα αὐτά, κάτι πού, χωρὶς νὰ μᾶς ὁδηγεῖ πίσω, μᾶς προωθεῖ ἀπὸ ἕναν ἄλλο δρόµο καὶ μὲ νέα µέσα στὴ δηµιουργία μιᾶς ἀνθρώπινης ζωῆς. Ἴσως δὲν ξέρουν τί ἀκριβῶς σηµαίνει αὗτό, ὅμως εἶναι πρόθυμοι νὰ τὸ ἀναζητήσουν. Ἡ πρωτοποριακὴ τέχνη στὶς καλύτερες ἐκδηλώσεις της τὸ ἔχει ἐπισημάνει ἀπὸ χρόνια, ὅσο κι ἂν δὲν τοῦ ἔχει δώσει ἀκόμα τὴν καθαρή του µορφή: περιμένουν τὸν Godot, ὁδεύουν πρὸς τὴν Dar, ἀδιάφορο ἂν θὰ τὸν βροῦν ἡ ἂν θὰ τὴ φτάσουν ποτέ. Χωρὶς νὰ μᾶς τρομάζει ἡ λέξη πρέπει νὰ τὸ ποῦμε καὶ νὰ τοὺς τὸ ποῦμε. Πιστεύουν πὼς χρειάζεται στὸν ἄνθρωπο ἕνας στόχος ὄχι εὐημερικὸς καὶ συνεπῶς ἐφήμερος, ἀλλὰ ἕνας στόχος ὑπερβατικός, ποὺ σηµαίνει, ἕνα ἀληθινό, ἀλλὰ σύγχρονα ἕνα νέο ἰδανικό, Τὸ ἰδανικὸ αὐτὸ θὰ τὸ βροῦν οἱ ἴδιοι. Ὅμως ἡ παιδεία ποὺ θὰ τοὺς προσφέρουμε πρέπει νὰ εἶναι τέτοια ποὺ νὰ τοὺς βοηθήσει στὴν ἀπελπιστικὰ ἡρωική τους ἀναζήτηση. Δὲ θέλουν νὰ τοὺς προτείνουμε ἐμεῖς τὴ λύση δὲ θὰ μᾶς συγχωροῦσαν ὅμως, ἂν τοὺς κάναμε ἀνίκανους νὰ φτάσουν µόνοι τους σ᾿ αὐτήν.
Αλλὰ μιὰ παιδεία ποὺ θὰ ἔθετε στόχο τόσο δύσκολο καὶ τόσο ὑψηλὸ δὲ θὰ μποροῦσε νὰ ἀρκεσθεῖ στὴ μετάδοση γνώσεων καὶ πρακτικῶν ἱκανοτήτων. Δὲ θὰ ἔπρεπε νὰ ἐξασθενίσει τὶς πνευµατικὲς καὶ ψυχικὲς δυνάµεις τοῦ νέου ἀνθρώπου, ἀναζητώντας τρόπους ταχύτερης καὶ ἀποδοτικότερης «ἐκπαίδευσης», ὥστε η ποσότητα τοῦ µεταδόσιµου ὑλικοῦ νὰ εἶναι ὅλο καὶ πιὸ µεγάλη’ οὔτε, πολὺ λιγότερο, θὰ ἔπρεπε νὰ µεταθέσει τὶς εὐθύνες τοῦ ἀνθρώπινου πνευματικοῦ μόχθου σ᾿ ἕνα δημιούργηµά του ποὺ ἀποκαλεῖται «ἠλεκτρονικὸς διερευνητής». Αν οἱ τεχνολογικὲς καταχτήσεις ἀχρηστεύσουν σιγὰ-σιγὰ τὶς πνευματικὲς καὶ ψυχικὲς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως τείνουν νὰ ἀχρηστεύσουν ή ἔχουν κιόλας ἀχρηστεύσει πολλὲς ἀπὸ τὶς σωματικές, τότε τί θὰ ἀπομείνει ἀπὸ τὸ τέλειο αὐτὸ ὄν; Οὔτε μπορεῖ νὰ σταθεῖ παρηγοριὰ καὶ ἐλπίδα τὸ γεγονὸς ὅτι μὲ τὴν πορεία ποὺ ἀκολουθοῦμε ὁ ἀνθρώπινος ἐγκέφαλος θὰ φτάσει σὲ μιὰν ἀνυπολόγιστη τελειότητα. Γιατὶ ἂν ἀληθινὰ συμβεῖ αὐτό, ἂν δηλαδὴ ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος, τελειοποιώντας ἐπ’ ἄπειρον τοὺς «ἠλεκτρονικοὺς διερευνητές» του, μεταβληθεῖ καὶ αὐτὸς σ᾿ ἕναν τέτοιο τέλειο «διερευνητὴ ἠλεκτρονικό», θὰ ἔχει ὑπερβεῖ τὸ σημεῖο ποὺ νοµίζουµε πὼς ἀποτελεῖ τὴν ἀνθρώπινη προσωπικότητα, γιὰ τὴν ὁποίαν ἐνδιαφερόμαστε, καὶ θὰ ἔχει περάσει σ᾿ ἕνα ἄλλο, ἄγνωστο γιὰ μᾶς εἶδος, ἂν δὲν προλάβει νὰ ἐξαφανίσει κάθε εἶδος ζωῆς στὸν πλανήτη µας.
Γι’ αὐτὸ πιστεύω πὼς ἡ παιδεία τοῦ ἄμεσου μέλλοντος, ἀφοῦ ἐνσωματώσει στὸ περιεχόμενό της ὅλες τὶς ἀνθρώπινες κατακτήσεις, πνευματικές, ψυχικὲς καὶ ἠθικές, ἁπὸ τὶς παλαιότερες ὣς τὶς πιὸ σύγχρονες, ὀφείλει νὰ προσφέρει στοὺς νέους ἀνθρώπους ὅλα ἐκεῖνα τὰ στοιχεῖα ποὺ θὰ τοὺς κάνουν ἰκανοὺς νὰ προχωρήσουν στὶς ἀναζητήσεις τους, τὶς ἐπιστημονικὲς καὶ τεχνολογικές, ἀλλὰ συνάµα καὶ τὶς καθαρὰ πνευματικὲς καὶ συναισθηματικές, καὶ τὶς ἡθικές –μὲ τὴν πιὸ πλατιὰ σημασία τοῦ ὅρου-ὥστε νὰ σχηματίσουν τὸν δικό τους κόσµο, στηριγµένο στὶς δικές του ἀξίες καὶ στὰ δικά του πιστεύω. Μιὰ τέτοια παιδεία δὲν μπορεῖ νἁ εἶναι περιορισμένη σὲ φτωχὲς καὶ πεπερασµένες γνώσεις, ἀλλὰ ἔχει ἀνάγκη νὰ τρέφεται ἀπὸ ἀρχὲς ποὺ ἀντέχουν στὸ χρόνο, νὰ στοχάζεται δηλαδη αγενιχὲς ἀρχές», ὅπως θὰ ἔλεγε ὄχι μονάχα ὁ ᾿Αριστοτέλης ἀλλά, πιστεύω, καὶ ὁ Einstein. ᾿Αφοῦ τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα ὕστερα ἀπὸ τόσους αἰῶνες κατεργασίας ἔγινε ἱκανὸ νὰ συλλαμβάνει ἀπὸ πολὺ πρώιμη ἡλικία μορφὲς σκέψης τόσο ἀφηρημένες ὅσο τὰ µαθηµατικὰ ποὺ ἄρχισαν νὰ διδάσκονται στὰ δημοτικὰ σχολεῖα, καὶ ἔχει ἀποχτήσει τὴν ψυχικὴ εὐαισθησία ποὺ ἀπαιτεῖται καὶ τὶς ὑλικές δυνατότητες ποὺ τοῦ ἐπιτρέπουν νὰ δέχεται τὰ ὁράματα τῶν µεγάλων δημιουργῶν, θὰ ἀποτελοῦσε ὀπισθοδρόμηση καὶ προδοσία ἡ ἐπιμονή µας νὰ τοῦ στερήσουµε ὅλα αὐτὰ καὶ νὰ τὸ περιορίσουµε στὰ ψιχία ποὺ νοµίζουµε πὼς εἶναι ἀρκετὰ γιὰ νὰ ἱκανοποιήσει τὶς ἄμεσες ἀνάγκες του.
Σὲ θέµατα τόσο οὐσιαστικὰ γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου τὸ δρόµο μᾶς τὸν δείχνουν, νομίζω, τὰ πιὸ μεγάλα πνεύματα τῆς κάθε ἔποχῆς καὶ ὄχι οἱ μετρημένες καὶ ἐπιστημονικοφανεῖς δοξασίες τῶν κάθε λογῆς εἰδικῶν. Φέρνω αὐτὴ τὴ στιγμὴ στὸ νοῦ µου ὅσα ἔχουν γράψει ὁ Oppenheimer καὶ ὁ Heisenberg γιὰ τὴ σημασία τῆς τέχνης καὶ τῆς οὐμανιστικῆς παιδείας καὶ τὰ συγκρίνω μὲ τὰ συµπεράσματα τῶν διαφόρων test ποὺ ἐπιχειροῦν ἐπαγγελματίες ψυχολόγοι, γιὰ νὰ μετρήσουν, λέει, τὶς ψυχικὲς ἱκανότητες τῶν ἀνθρώπων. Δὲ φοβοῦμαι μήπως μοῦ ποῦν πὼς οἱ ἰδέες µου ἔχουν ἁρχαιολογική μονάχα ἀξία, ὅταν ἡ σκέψη µου ἀκολουθεῖ αὐτοὺς ποὺ ἀναζήτησαν τὶς µεγάλες ἀλήθειες τῆς φύσης καὶ ὄχι τὰ ἀπειροελάχιστα ρινίσµατα τοῦ ἐπιστητοῦ. Καὶ παίρνω ἀκόμα περισσότερο θάρρος, ὅταν βλέπω στὰ χέρια τῆς «ἐπαναστατημένης νεολαίας κιθάρες καὶ λουλούδια, ἆκόμα κι ὅταν δὲν ἀκούω κανένα σκοπὸ ἀπὸ τὶς κιθάρες τους ή δὲν ὀσφραίνομαι καθαρὲς μυρωδιές. Καὶ ὅταν κάποτε ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη διαψεύδει τὴν ἐγκυρότητα τῶν σοφὰ µελετημένων μεθόδων τῆς τεχνοκρατούµενης κοινωνίας, ὅπως ἔγινε μὲ τόσο ἀπροσδόκητο τρόπο στὶς τελευταῖες ἀγγλικὲς ἐκλογές, ὅπου τὰ προγνωστικὰ τῶν ὀργανισμῶν μὲ τοὺς ἠλεκτρονικοὺς καὶ μὴ διερευνητὲς ἀναποδογυρίστηκαν ἀπὸ τοὺς ζωντανοὺς ἀνθρώπους, τότε ἀντί νὰ γίνουµαι σκεπτικὸς γιὰ τὴν ἀξία τῶν κατακτήσεών μας, γεµίζω αἰσιοδοξία, γιατὶ βεβαιώνουμαι πώς, ὣς τώρα τουλάχιστο, «οὐδὲν ἀνθρώπου δεινότερον πέλει», πὼς ὁ ἄνθρωπος εξακολουθεί νὰ κρατᾶ µέσα του ἄπειρες ψυγικὲς καὶ πνευματικὲς δυνάμεις, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ἐξισωθοῦν μὲ τὶς «μνῆμες» τῶν ἠλεκτρονικῶν διερευνητῶν.
Αὐτὲς ἀκριβῶς τὶς δυνάμεις ἔχει χρέος νὰ ἀναπτύξει σωστὰ ἡ παιδεία. “Όχι μὲ ἔτοιμους καὶ νεκροὺς τύπους οὔτε μὲ ψίχουλα γνώσεων οὔτε μὲ προσπάθεια ἐπιβολῆς ἰδεῶν καὶ ἀξιῶν ποὺ ἔχουν µονάχα τὸ κύρος τῆς παλαιότητας. Μέσα στὸ ἀπόθεμα τοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ ὑπάρχουν ἀμέτρητα στοιχεῖα ποὺ μποροῦν νὰ θρέψουν τὰ ὄνειρα καὶ τὶς ἀνάγκες τῶν νέων ἀνθρώπων. Ὁ Ὅμηρος λ.χ. μπορεῖ νὰ γίνει τόσο ἐπίκαιρος καὶ τόσο πρωτοποριακός, ὅσο ἴσως δὲν τὸ φαντάζονται οὔτε οἱ κλασικοὶ φιλόλογοι οὔτε οἱ µοντέρνοι λογοτέχνες. Θυμοῦμαι πὼς πρὶν ἀπὸ λίγα χρόνια δάβαζα τὰ δοκίµια τοῦ Allain Robbe-Grillet γιὰ τὸ μοντέρνο μυθιστόρηµα. Μὲ θέρμη ὑποστήριζε τὴν ἀξία τοῦ ἀντικειμένου, τοῦ ἄψυχου πράγματος ποὺ πρέπει νὰ τὸ κοιτάξει ὁ λογοτέχνης ως κάτι αὐτόνομο, νὰ τὸ περιγράψει ὄχι γιὰ νὰ φωτίσει «ψυχολογικά τὸν ἥρωά του, ἀλλὰ νὰ τὸ ἀγαπήσει γιὰ τὴ δική του ὑπόσταση κλπ. κλπ. Σὲ κάθε σελίδα σηµείωνα δίπλα παραδείγµατα ἀπὸ τὸν “Ὅμηρο ποὺ φώτιζαν λαμπρὰ καὶ ἐνίσχυαν τὸ σύγχρονο κείµενο. Καὶ δὲ θὰ τρόµαζαν τόσο πολλοὶ καλοπροαίρετοι ἄνθρωποι βλέποντας τὶς προκλήσεις τῆς σύγχρονης ζωγραφικῆς, ἂν εἶχαν τὴν εὐχαιρία νὰ γνωρίσουν καλὰ τὴν τέχνη τοῦ εὐρωπαϊκοῦ μανιερισμοῦ τοῦ 17ου αἰώνα καὶ προπάντων ἂν διάβαζαν κείµενα τῆς ἐποχῆς ἐχείγης. Τέλος ὁ σύγχρονος ἀρχιτέκτονας ποὺ ἀναζητᾶ μιὰν ἀληθινὰ ἀνθρώπινη καὶ λιτὴ λύση τῶν προβλημάτων του πολλὰ θὰ μποροῦσε νὰ διδαχτεῖ τόσο ἀπὸ τὴν ἀρχαία ἑλληνική, ὅσο καὶ ἀπὸ τη γοτθική) ἀρχιτεκτονική, ἂν εἴχε συλλάβει τὴν οὐσία τῶν μορφῶν τους καί, ξεπερνώντας τὰ φαινόμενα στοιχεῖα τους, ἔφτανε στὴν ἀποκάλυψη τῆς δομῆς τῶν δυνάµεων ποὺ τὰ συνθέτουν, ἂν μὲ ἄλλα λόγια τὰ ἔβλεπε ὡς structures, γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω την πιὸ μοντέρνα ἔννοια, ποὺ ἀσκεῖ κι αὐτὴ σήµερα μαγικὴ γοητεία, δίκαια ἴσως ἀλλὰ περιβεβλημένη συχνὰ περισσὴ ἄγνοια.
Τὸ πρόβληµα δὲν ἐξαντλεῖται βέβαια μὲ τέτοιες γενικὲς παρατἠρήσεις, Αὐτὸ ποὺ ὀνομάζουμε Οὐμανιστικὴ Παιδεία ἔχει, νομίζω, τὴ δυνατότητα νὰ προσφέρει σὲ πολλὲς ἀκόμα γενιὲς πολύτιμη βοήθεια και γι’ αὐτὸ εἶναι ἀναγκαία. ᾽Αλλὰ μὲ μιὰ προυπόθεση: ἡ οὐμανιστική παιδεία νὰ ἔχει πραγματικὰ οὐμανιστικὸ περιεχόµενο, νὰ δεῖ δηλαδὴ τὸν ἄνθρωπο ὡς μιὰ ἱστορικὴ ἑνότητα ἀπὸ τὴν παλαιολιθικὴ ἐποχὴ ὣς σήµερα, νὰ περιλάβει στὸν κύκλο της ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις του, ἀπὸ τὸν λαϊκὸ βίο ὣς τὴ φιλοσοφία, νὰ ἁπλωθεῖ σὲ ὅλη τὸν ἕκταση τοῦ πλανήτη µας καὶ νὰ ἀναζητήσει βοήθεια καὶ ἀπὸ τὸ ξυλόγλυπτο τοῦ ᾿Αφρικανοῦ καὶ ἀπὸ τὰ γλυπτὰ τοῦ Φειδία καὶ ἀπὸ τὰ δημιουργήματα τοῦ Picasso. Ὅταν ὁ κόσµος µας ἔχει γίνει τόσο μικρὸς καὶ τόσο ἑνιαῖος, ὅταν ἡ ἔννοια τοῦ οἰκουμενικοῦ ἔχει, γιὰ πρώτη φορά, ἀποχτήσει πραγματικὸ περιεχόµενο, καὶ ἡ παιδεία ὀφείλει νὰ γίνει ἀνθρώπινη, δηλαδὴ οἰκουμενική. Αὐτὸ σηµαίνει κάτι ἀκόμα. ‘Ἡ παιδεία πρέπει νὰ γίνει ἕνας ζωντανὸς ὀργανισμός, μὲ εὐκινησία, μὲ περιέργεια, μὲ ἀνοιχτοὺς ὀρίζοντες, ἕτοιμη νὰ δεχτεῖ καὶ νὰ ἀπορρίψει. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ μετέχουν στὸ ἔργο τῆς παιδείας, ἡ παλαιὰ καὶ ἡ νέα γενεά, πρέπει νὰ βροῦν τὸν τρόπο νὰ συνεργαστοῦν, ἀκόμα καὶ ὡς ἀνταγωνιστὲς ποὺ τείνουν πρὸς τὸν ἴδιο σκοπό. “Αν τὸ «γηράσκω ἀεὶ διδασκόµενος» πάψει νὰ ἀποτελεῖ μιὰ σεβαστὴ ρῄση καὶ µετουσιωθεῖ σὲ πίστη ζωντανή, τότε οἱ ἐλπίδες δὲ χάθηκαν. ᾿Αν μπορεῖ ἕνας ἱστορικὸς τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς τέχνης σὲ ἡλικία 90 χρόνων νὰ πεῖ; «ἡ τέχνη τῆς ἐποχῆς µας εἶναι πολὺ µεγάλη, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ ἦταν κι αὐτὴ µεγάλη», ὅπως μοῦ τὸ εἶπε λίγο προτοῦ πεθάνει ὁ δάσκαλός µου Ἱ..Α. Ῥωμαῖος, τότε οἱ νέοι µποροῦν νὰ ἐμπιστευθοῦν τοὺς δασκάλους τους.
Photo by Kenny Eliason on Unsplash